χαροπούλι

χαροπούλι
το, Ν
1. (λαογρ.) λαϊκή προσωνυμία που αποδίδεται στην κουκουβάγια, επειδή πιστεύεται ότι η φωνή της προμηνύει τον θάνατο, αλλ. νεκροπούλι ή στριγγοπούλι
2. ζωολ. κοινή ονομασία τού είδους κουκουβάγιας Αegolius funerens.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χάρος + πουλί].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • χαροπούλι — το 1. το πουλί του Χάρου, φανταστικό νυχτόβιο πουλί που η φωνή του προαναγγέλλει θάνατο. 2. κουκουβάγια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Καββαδίας, Βασίλης — (Παλαιά Επίδαυρος 1944 –). Δημοσιογράφος και λογοτέχνης. Σπούδασε δημοσιογραφία και πολιτικές επιστήμες στον Καναδά. Σταδιοδρόμησε ως δημοσιογράφος συνεργαζόμενος με τις εφημερίδες Ακρόπολις, Απογευματινή, Ελεύθερος Κόσμος, Έθνος, Τα Νέα και με… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”